29.1.09

Οι εξελίξεις στην Ελλάδα...


Στο Editorial του περιοδικού "Δίαυλος" που κυκλοφόρησε πρόσφατα ο Ελευθ. Τζιόλας σχολιάζει (τον Νοέμβριο του 2008) τις τελευταίες εξελίξεις στην Ελλάδα καταθέτοντας τις απόψεις του για το νέο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται.
Επισημαίνεται μεταξύ των άλλων ότι :
"... οι εξελίξεις ξεφεύγουν από τον κεντρικο έλεγχο. Δεν είναι οι διεθνής οικονομική κρίση. Είναι η αδυναμία καθοδήγησης και ελέγχου (βέβαια, πιό σύνθετων και απαιτητικών καταστάσεων), η αδυναμία σχεδίου και ικανού επιτελείου (αντίστοιχων της συγκυρίας και των αναγκών). Αν υπάρχει κάποια αναφορά, φανερή και δεδομένη, είναι μάλλον οι αποφάσεις -όχι της κυβέρνησης- αλλά των οργάνων της Ε.Ε. που επιχειρώντας απαντήσεις στην κρίση, τοποθετούν ένα πλαίσιο δεδομένων και αναφοράς και για την Ελλάδα. ...Το ΠΑΣΟΚ είναι έτοιμο; ...". Διαβάστε εδώ ολόκληρο το άρθρο : http://www.tziolas.gr/diavlos%20magz/diavlos15/EDITORIAL.PDF

22.1.09

Συνδιάσκεψη του ΠΑΣΟΚ για την ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Την οργάνωση Συνδιάσκεψης του ΠΑΣΟΚ για την Οικονομία εντός του Φεβρουαρίου 2009 πρότεινε στον Γ. Παπανδρέου ο Ελευθ. Τζιόλας.
Πείτε τη γνώμη σας και Διαβάστε περισσότερα ....στο http://tziolas.blogspot.com/

8.1.09

G – 700, «γενιά των 700€»

Μια χαμένη γενιά ή μια γενιά των ελπίδων;
του Ελευθερίου ΤΖΙΟΛΑ

Ι. Ένα απογοητευτικό τοπίο.
Αρχικά, ας δώσουμε ορισμένα στοιχεία για να αποκτήσουμε την αδρή αίσθηση του πραγματικού περιβάλλοντος της απασχόλησης και ιδιαίτερα της απασχόλησης των νέων. Ας μπούμε, λοιπόν, σ’ αυτό το γκρίζο, απογοητευτικό, άγριο τοπίο…
(α). Στην κοινωνική κατηγορία των οικονομικά ενεργών νέων, 18 – 29 ετών, η εικόνα είναι: 76% μισθωτοί, 11% αυτοαπασχολούμενοι, 10% συμβοηθούντα (μη αμειβόμενα) μέλη.
(β). Στο σύνολο των Ελλήνων μισθωτών το 24%, στην πλειονότητά του νέοι – αλλά όχι μόνον νέοι –, αμείβονται με μισθούς 500 – 750€. Θα μπορούσαμε, δηλαδή, να πούμε ότι η «γενιά των 700€» δεν αποτελεί μια συγκεκριμένη ηλικιακή κατηγορία, αλλά εκτείνεται στο ¼ της ελληνικής μισθωτής εργασίας. Στοιχείο, που έχει, τουλάχιστο, δύο αναγνώσεις: η πρώτη, η μισθωτή εργασία στην Ελλάδα αμείβεται εξαιρετικά χαμηλά (αφού το ¼ αποτελεί έναν συγκριτικά τεράστιο όγκο εργασίας), η δεύτερη, οι δυνάμεις της υπο – αμειβόμενης μισθωτής εργασίας που συνήθως αποτελούν το κατ’ εξοχήν διεκδικητικό τμήμα της κοινωνίας, την «κοινωνική πρώτη ύλη» των ανατροπών διαθέτει σημαντικό εκτόπισμα στην ελληνική κοινωνική διαστρωμάτωση.
(γ). Τα ποσοστά ανεργίας των νέων, 18 – 29 ετών, με αυξημένο το βάρος των νέων γυναικών, ξεπερνά το 19%! Σε ορισμένες, μάλιστα, περιπτώσεις η κατάσταση είναι εφιαλτική. Ιδιαίτερα, εκεί, όπου τα συνολικά ποσοστά ανεργίας είναι υψηλά. Τέτοια είναι η περίπτωση της Θεσσαλονίκης με ποσοστά συνολικής ανεργίας πάνω από 21%!
(δ). Τα εμπόδια πρόσβασης στην αγορά εργασίας, ο «τοίχος» που επιχειρούν να υπερβούν οι νέοι, πτυχιούχοι και μη, για την ένταξη τους στην απασχόληση απαιτεί επίπονη προσπάθεια, η οποία σε χρόνο – μόνο σε χρόνο – μετριέται ως εξής:
- Για εποχιακή εργασία (από 3 – 8 μήνες και από 12 – 18 μήνες για τα κοινοτικά προγράμματα), απαιτούνται από 20 – 24 μήνες.
- Για μόνιμη εργασία, απαιτούνται 4 έως 5 χρόνια. Δηλαδή, χρόνος ανάλογος του κύκλου των πανεπιστημιακών σπουδών, και, μάλιστα, τις περισσότερες φορές χωρίς καμιά σχέση με τα τυπικά προσόντα του πτυχίου.
Στο χώρο των νέων πτυχιούχων τα χρώματα είναι βαθιά μελανά. Κλάδοι βρίσκονται σε βαθιά κρίση υπερεπαγγελματισμού και ετεροεπαγγελματισμού. Έντονη είναι η τάση προλεταριοποίησης στους μηχανικούς, τους δικηγόρους, τους γιατρούς, ενώ εκτεταμένη είναι η ετεροαπασχόληση νέων επιστημόνων (γεωπόνων, δασολόγων, γεωλόγων, πτυχιούχων ξένων γλωσσών κλπ).
Σε γενικές γραμμές, ο μέσος όρος εισόδου στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα είναι τα 28 χρόνια.
(ε). Η ελληνική κοινωνία, δραματικά, τα τελευταία τέσσερα (4) χρόνια εξελίσσεται σε μια κοινωνία φτωχών. Αφού, κάτω από το όριο της φτώχειας, δηλ. κάτω από τα 5.800 – ετήσιο εισόδημα(!), δεν βρίσκεται μόνο το 68% των συνταξιούχων και το σύνολο των ανέργων, αλλά και το 14% των εργαζομένων! Αυτό σημαίνει ότι το 14% των ελλήνων εργαζομένων, ενώ βρίσκονται στην απασχόληση – ενώ εργάζονται – δεν εξασφαλίζουν το απαραίτητο στοιχειωδώς αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, είναι φτωχοί!
(στ). Αξίζουν ιδιαίτερης προσοχής τα παρακάτω στοιχεία, που παρουσιάζουν ανάγλυφα, την τεράστια ανακατανομή πλούτου υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου και σε βάρος της εργασίας και την ταυτόχρονη βύθιση και αποδιάρθρωση του κράτους πρόνοιας.
- Τον τελευταίο χρόνο, μόνο από την αδήλωτη εργασία, την παραβίαση και την καταστρατήγηση του 8ωρου το μεγάλο κεφάλαιο καρπώθηκε, στην ουσία υπεξαίρεσε από τον κόσμο της εργασίας, 25 δις €!
- Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 25% του εργατικού δυναμικού, 1.100.000 εργαζόμενοι, βρίσκονται στην γκρίζα ζώνη της ανασφάλιστης εργασίας στερώντας από τον εαυτό τους ασφαλιστική και συνταξιοδοτική κάλυψη και από το κοινωνικό – ασφαλιστικό σύστημα πόρους, ισχύ και δυνατότητες.
Ο ίδιος ο Υπ. Απασχόλησης πριν την ψήφιση του αντιασφαλιστικού νόμου (Ν.3655) ομολογούσε ότι από την εισφοροδιαφυγή έχει κάθε χρόνο απώλειες 4 δις €!
(ζ). Είναι χαρακτηριστικό να αναφέρουμε ότι με την κατάργηση του αφορολογήτου των 10.500 στο τελευταίο νομοσχέδιο του καθηγητή Οικονομίας, κ. Αλογοσκούφη όσοι είναι άνω των 30 ετών και αμείβονται με 700€ το μήνα και εργάζονται με «μπλοκάκι», ουσιαστικά ανασφάλιστοι, θα επιστρέφουν πίσω στο επαναδρυμένο κράτος της δεξιάς την αμοιβή που αντιστοιχεί σε ενάμιση μήνα εργασίας. Δηλαδή, θα εργάζονται για 12 μήνες και θα αμείβονται για 10,5 μήνες! Τι συμφορά, να σου τύχει καθηγητής Οικονομίας – δεξιός, στη θέση του Υπ. Οικονομίας…
(η). Τέλος, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε – για να αξιολογούμε στις πραγματικές διαστάσεις την υφιστάμενη συνδικαλιστική κατάσταση, αλλά και τα περιθώρια νέων διεκδικητικών και οργανωτικών πρωτοβουλιών (με νέες αντιλήψεις και ολότελα νέες πρακτικές) – ότι στους νέους εργαζόμενους κάτω των 30 ετών, τα 2/3 δεν είναι μέλη σε κανένα σωματείο. Αυτοί οι εργαζόμενοι συμπολίτες μας υπερβαίνουν το ένα (1) εκατομμύριο και είναι έξω από τις σημερινές παραδοσιακές συνδικαλιστικές δομές του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Ως σημαντική εναλλακτική «δομή» επικοινωνίας, παρέμβασης και στήριξης πρέπει να αναγνωρισθεί το blog που έχει συγκροτηθεί και λειτουργεί με σοβαρές δυνατότητες και επιρροή με την ομότιτλη επωνυμία g700 blog (η επακριβής διεύθυνση στο internet: g700blogspot.com). Blog το οποίο βρίσκεται στην 30η θέση δημοτικότητας με 600 – 3.000 hits/ ημέρα.

ΙΙ. Μια άλλη προοπτική είναι εφικτή.
Το τοπίο αυτό αποτέλεσμα εξελίξεων στο οικονομικό πεδίο υπό την ανεξέλεγκτη κυριαρχία των δυνάμεων του κεφαλαίου και της αγοράς, έλαβε διαστάσεις ακραία σκληρές, βυθίζοντας σε κρίση και απόγνωση την συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία τέσσερα (4) χρόνια της διακυβέρνησης της «Ν.Δ.».
Ενώ, το αύριο αναμένεται πιο σκληρό, εξουθενωτικό…
Η ταχύτερη απομάκρυνση της «Ν.Δ.» από την κυβέρνηση αναδεικνύεται ως πρώτος άμεσος στόχος. Θα έλεγα, η «πρώτη όψη του νομίσματος».
Η εναλλακτική πρόταση, το εναλλακτικό σχέδιο για το σύνολο των μετώπων, των τομέων της οικονομίας και κοινωνικής ζωής της χώρας είναι ο δεύτερος στόχος που κατοχυρώνει και δικαιώνεται μέσα από μια άλλη πορεία. Η «δεύτερη όψη του νομίσματος». Οι δύο στόχοι, οι δύο όψεις πρέπει να εννοούνται ενιαία, ακριβώς ως όψεις του ίδιου νομίσματος.
Η απασχόληση και, μάλιστα, η πλήρης απασχόληση, και το κράτος πρόνοιας πρέπει να αποτελούν στα πλαίσια μας νέας, προοδευτικής οικονομικής πολιτικής τους κεντρικούς άξονες.
Αναγκαστικά θα είμαι, εδώ, επιγραμματικός, εστιαζόμενος στη γενιά ηλικίας από 25 έως 35 ετών, στην G – 700, όπως αποκαλείται.
Πρώτα – πρώτα, όμως, ορισμένες μερικές εισαγωγικές παρατηρήσεις ιδεολογικής απόχρωσης.
Στην Ευρώπη εμφανίστηκαν blogs για τη «γενιά των 1000€», στην Ελλάδα των «700€», και όλα αυτά είχαν θετικό προσανατολισμό.
Καθιερωμένοι, όμως, πολιτικοί όλων των αποχρώσεων και κατεστημένα Μ.Μ.Ε. άρχισαν να μετατρέπουν σε κλισέ, σε κοινοτυπία – θα ήταν καλύτερα να πω: κενολογία – «τη γενιά των 700€». Πρώτα, θάβουν τη νέα γενιά και, μετά, το παίζουν «σωτήρες» της. Η συντήρηση ενοχοποιεί τη νέα γενιά. Η «αριστερά» ακολουθεί το μοτίβο της θυματοποίησης («η νέα γενιά, θύμα», «θύμα αυτών των καταστάσεων η νέα γενιά» κ.ο.κ.). Παιδιά την έχετε βάψει, τους λένε, κατεβάστε τον πήχη των φιλοδοξιών σας! Σας υιοθετούμε, σας καπελώνουμε, σας κολακεύουμε, ακόμα, και σας θρηνούμε. Αρκεί να σας «μαντρώσουμε»…
Η κολακεία του νέου (ως ιδέα και πρόταση) και των νέων (ως άτομα) είναι το τελευταίο καταφύγιο των «γηρασμένων» για να ευνουχίσουν των νέων την ανατρεπτικότητα. Τα ίδια και χειρότερα κάνει η ψεύτικη και ψευδεπίγραφη ανανέωση του lifestyle και του ευκαιριακού εντυπωσιασμού.
Αλλά και συνδικάτα και «αριστερά» έχουν ως κεντρικό υποκείμενο τους τον άνδρα, πενήντα και κάτι, με σταθερή απασχόληση στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Τι «αριστερά» μπορεί να είναι αυτή, που με κλισέ «τη γενιά των 700€» αποκρύβει τις βαθιές ανισότητες, τις ταξικές αντιθέσεις, τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις, που υιοθετεί τη συντηρητική «κουλτούρα του φόβου» και κάνει ιδεολογικό εμπόριο φοβίας. Τι σχέση μπορεί να έχει η Αριστερά με την απόκρυψη της ταξικής πραγματικότητας, την καθήλωση, τη φοβία, την αδυναμία πρωτοβουλιών;…
Μια ειλικρινής και τολμηρή Αριστερά – τέτοια που θέλουμε να είμαστε – θα μπορούσε να (σας) πει: παιδιά είστε μια γενιά που γνώρισε τα υψηλότερα επίπεδα ειρήνης, δημοκρατίας, ευημερίας, πληροφόρησης, η πρώτη στην ιστορία που υπερέχει τεχνολογικά της προηγούμενης, η πρώτη σε οικογενειακή στήριξη και ανεκτικότητα, γίνετε αγωνιστές στη ζωή, μπορείτε να τα καταφέρετε πολύ καλύτερα από εμάς, αναλάβετε την ευθύνη του εαυτού σας στις σπουδές, την εργασία, την καινοτομία, την αυτοδημιούργητη επιχειρηματικότητα, στην κοινωνική και δημοκρατική συμμετοχή και θα βρείτε το υποστηρικτικό χέρι μιας δίκαιης κοινωνίας, ιδιαίτερα στους πρώτους σταθμούς του βίου σας. Μην κολακεύετε τον κάθε «καλομαθημένο» των ανώτερων τάξεων που θέλει μόνο για βενζίνη και καφέδες 700€, που ξυπνά στις δύο το μεσημέρι, τα «θέλει όλα έτοιμα» και φαντασιώνεται ότι μια μέρα θα υποκαταστήσει την οικογενειακή υπερπροστασία με μια απροσδιόριστη κρατική υπερπροστασία. Οι «χλιδάνεργοι», όπως εύστοχα τους αποκαλούν οι νέοι του καθημερινού αγώνα, που ζούνε χλιδάτα και υποδύονται τον άνεργο δεν μπορούν να είναι πρότυπο, ούτε, βέβαια, κριτές. Ούτε μπορεί να αποτελεί παράδειγμα το ξεροστάλιασμα στα υπουργικά, βουλευτικά γραφεία για ένα «βύσμα» στο στρατό, στον ΑΣΕΠ, στους ειδικούς φρουρούς…
Όμως, το πρόταγμά μας ότι η σημερινή νέα γενιά θα ζήσει καλύτερα από την προηγούμενη θα μείνει μετέωρο, έωλο, όσο δεν προβάλλουμε μια δέσμη εναλλακτικών προτάσεων, αντί να εξαντλούμαστε σε δημοσιογραφικές διαπιστώσεις και ψεύτικο ενδιαφέρον.

1ο. Για την είσοδο στην εργασία.
Πρώτο: θα στηρίξουμε το στόχο για τετραετή κρατική χρηματοδότηση των ασφαλιστικών εισφορών των νέων με προϋπόθεση τη μη απόλυση παλαιότερων εργαζομένων;
Δεύτερο: θα αναδείξουμε το στόχο για αρνητικό φόρο εισοδήματος (δηλ., πίστωση φόρου) που συμπληρώνει αυτόματα, με επιστροφή φόρου το εισόδημα των εργαζομένων, ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών, μέχρι να φτάσει ένα εγγυημένο επίπεδο που καλύπτει τις ανάγκες τους; Για κάθε ένα ευρώ (1€) αμοιβή, επιχορήγηση με 30 λεπτά μέχρι να φτάσεις σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο εγγυημένου μισθού. Δεν σου προσφέρω χρήμα για να κάθεσαι, ενισχύω τα κίνητρά σου για εργασία.
Τρίτο: θα στηρίξουμε το στόχο των συνεταιριστικών κοινοπραξιών των νέων σ’ όλους τους τομείς (αγροτική οικονομία, συμπληρωματικές υπηρεσίες πρόνοιας και περίθαλψης, νέα προϊόντα καινοτομίας, περιβαλλοντική τεχνολογία και δραστηριοποίηση, πολιτιστική παραγωγή κλπ) με ισχυρές φορολογικές απαλλαγές και ισχυρά κίνητρα επιδότησης κατά την εκκίνηση. Ώστε να αναδειχθεί και να επεκταθεί η «κοινωνική οικονομία».
Τέταρτο: θα αναδείξουμε το στόχο για κατώτερο μισθό στα 1.000€ στα πλαίσια μιας εθνικής – κοινωνικής συμφωνίας με αναπτυξιακές προτεραιότητες και κίνητρα, ή, θα παγιδευθούμε σε μια εύκολη συνταγή που στην πράξη σημαίνει μη πρόσληψη νέων και αύξηση της ανεργίας, των 1.500€;
Πέμπτο: θα αντιμετωπίσουμε την μετεξέλιξη των STAGE σε σταθερή, ασφαλισμένη εργασία, ή θα αφήσουμε αυτό το καθεστώς ντροπής και ομηρίας να αποσαθρώνει τη νεολαία;

2ο. Μια νέα αρχιτεκτονική του ασφαλιστικού συστήματος (και για τους νέους).
Η «Ν.Δ.» έχει σαν στόχο, με την λεγόμενη «μεταρρύθμιση» τη σύγκλιση των συντάξεων όλων των γενεών στο χαμηλότερο επίπεδο της κατώτερης εγγυημένης, της λεγόμενης εθνικής σύνταξης.
Η αποκλειστική στήριξη του ασφαλιστικού στον κρατικό προϋπολογισμό, το σπάσιμο της σχέσης «εισφορών – παροχών», η γενίκευση των αντικινήτρων στις εισφορές θα οδηγήσει, αναπότρεπτα, στην εξίσωση προς τα κάτω των συντάξεων, ειδικά των νέων γενεών.
Το συμφέρον της νέας γενιάς βρίσκεται σε μια νέα, βιώσιμη αρχιτεκτονική του ασφαλιστικού συστήματος με ορίζοντα το 2035. Η σύνταξη θα αποτελείται από το μη ανταποδοτικό μέρος που καλύπτει ο κρατικός προϋπολογισμός και θα προσδιορίζεται πάγια, και από το ανταποδοτικό μέρος της, το οποίο θα υπολογίζεται με έναν αντικειμενικό πολλαπλασιαστή κεφαλαιοποίησης, ανεξάρτητα από τις διακυμάνσεις των αγορών. Το κόστος μετάβασης σ’ αυτή τη νέα αρχιτεκτονική θα το εξασφαλίσει το κράτος, ώστε να μην υπάρξει μια γενιά που θα πληρώσει και τις δικές της και τις δικές μας συντάξεις.
Ένα συμπληρωματικό, αλλά κρίσιμο ρόλο θα παίξει, εδώ, το Εθνικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης των Γενεών, όπως το προτείνει το ΠΑ.ΣΟ.Κ..

3ο. Το Εθνικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης.
Είναι δυνατό να εμφανιζόμαστε σαν υπερασπιστές «της γενιάς των 700€» και να αρνούμαστε τη δημιουργία ενός νέου αποθεματικού για λογαριασμό της, του Εθνικού Κεφαλαίου Αλληλεγγύης (Ε.Κ.Α.); Γιατί δεν απαιτούμε όλα τα έσοδα από την εκμετάλλευση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, όπως Τουριστικά Ακίνητα, Ολυμπιακές εγκαταστάσεις κ.α. να χρηματοδοτούν το Ε.Κ.Α.; Γιατί να δίνουν μερικά δις ευρώ κάθε χρόνο για τα επόμενα χρόνια για να αγοράσουν άδειες εκπομπής CO2 από τρίτες χώρες, αντί να επιβληθεί φόρος στις σημαντικές πηγές εκπομπής CO2 πάνω από τα επιτρεπτά όρια, ώστε να δημιουργηθούν ισχυρά κίνητρα για καθαρές τεχνολογίες και τα έσοδα του πράσινου φόρου να πηγαίνουν προς όφελος της νέας γενιάς στο Εθνικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης. Σκεφτείτε ότι μόνο για την ηλεκτροπαραγωγή από ορυκτά καύσιμα θα πρέπει να πληρώσουμε ως χώρα για «άδειες» σε τρίτες χώρες 2δις € το χρόνο!

4ο. Ένα «προσωπικό κεφάλαιο» για το ξεκίνημα κάθε νέου, κάθε νέας.
Θέλουμε κάθε νέος, κάθε νέα να ξεκινά την είσοδό του στην ενήλικη ζωή, στα 18 του χρόνια, με ένα προσωπικό αποταμιευτικό – επενδυτικό «κεφάλαιο». Η πολιτεία αυτόματα με τη γέννηση κάθε παιδιού θα κάνει μια αρχική κατάθεση σ’ έναν προσωπικό προθεσμιακό λογαριασμό στον οποίο μπορεί με ισχυρά φορολογικά κίνητρα να καταθέτει επίσης χρήματα η οικογένειά του, ή ο εργοδότης των γονιών του, ή ο τοπικός δήμος. Στα 18 του, ο νέος θα μπορεί με ελεύθερη επιλογή είτε να χρηματοδοτήσει τις σπουδές του, είτε την έναρξη επαγγέλματος του, είτε να μεταφορτώσει το λογαριασμό του σε προσωπικό ασφαλιστικό – επενδυτικό βιβλιάριο.

Κρίνω απαραίτητο, στο σημείο αυτό, για την καλύτερη κατανόηση της νέας πραγματικότητας και των νέων προοπτικών να προβώ σε ορισμένες αντιδιαστολές και επισημάνσεις.
Η δημόσια απασχόληση απορρόφησε στη δεκαετία του ’80 το 70% των πτυχιούχων και αποτέλεσε θεμελιώδη μηχανισμό κοινωνικής ανέλιξης. Αυτό δεν είναι εφικτό, στον ίδιο βαθμό, σήμερα. Πρώτο, λόγω της υπερμαζικοποίησης των Πανεπιστημίων – Τ.Ε.Ι. και δεύτερο, γιατί υπάρχουν εύλογα όρια στην επέκταση της δημόσιας απασχόλησης πέρα από τα οποία μπορεί αυτή να γίνει αρνητική για το σύνολο της απασχόλησης. Είναι λάθος η επιλογή να υπερφορολογούμε, να πνίγουμε παραγωγικές δραστηριότητες (με μοιραία αποτελέσματα, ιδιαίτερα, για την ανερχόμενη μικρομεσαία επιχείρηση) για να συντηρήσουμε έναν αυξανόμενο όγκο δημοσίων υπαλλήλων σε τομείς χαμηλής παραγωγικότητας με ολέθριες συνέπειες συνολικά για τις προοπτικές της οικονομίας. Είναι λάθος να αποδεχόμαστε και να προβάλλουμε ως προσδοκία αυτό, που ειρωνικά, ονομάσθηκε greek dream (σαν ένα κακέκτυπο του american dream) και αποτελεί μια θέση μόνιμου υπαλλήλου στο δημόσιο. Εξαπατούμε τη νέα γενιά όταν της κληρονομούμε ως «όνειρο» μια πάση θυσία θέση στο δημόσιο, ακόμα, και αν αυτή δεν είναι κοινωνικά αναγκαία και αποδοτική.
Προσλήψεις ναι, αλλά ενταγμένες σ’ ένα σχέδιο μετασχηματισμού του δημοσίου τομέα, αναβάθμισης του κοινωνικού κράτους, προώθησης της αποκέντρωσης και της αποτελεσματικότητας. Από το κάθε ευρώ του φορολογούμενου οφείλουμε να παίρνουμε πίσω, στην πράξη, τη μέγιστη δυνατή κοινωνική αξία.
Επίσης, η προοπτική μετακίνησης της οικονομίας από την «άυλη οικονομία» στην πραγματική οικονομία της παραγωγής, της γνώσης και των υπηρεσιών προϋποθέτει ένα πλαίσιο νέων αντιλήψεων και κινητήριων πολιτικών. Δεν είναι δυνατό αυτό να συμβεί αν δεν κινηθούν συνδυαστικά και ταυτόχρονα: (α). Πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα, (β). το κράτος και ο ευρύτερος δημόσιος τομέας, (γ). οι δυναμικές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, (δ). η απασχόληση; Δεν είναι δυνατό να συμβεί αυτό με νοοτροπίες οπισθοδρομικές που ενοχοποιούν ακόμα τη σύνδεση της εφαρμοσμένης έρευνας με την πραγματική οικονομία και την αξιοποίηση των όποιων αποτελεσμάτων της έρευνας; Δεν είναι δυνατό να συμβεί αυτό αν δεν σπάσουμε τις κλειστές και καρτελοποιημένες καταστάσεις στην αγορά, αν δεν καταργήσουμε το κρατικό – ολιγαρχικό σύμπλεγμα της πραγματικής διαπλοκής που τα θέλει όλα δικά του και δημιουργεί ασφυξία στους νεοεισερχόμενους; Σίγουρα, επίσης, δεν μπορούμε να το καταφέρουμε αν δεν εξαλείψουμε τις «μαύρες» και «γκρίζες» ζώνες στην αγορά εργασίας σε βάρος, κυρίως, των νέων, και, βέβαια, αν δεν υπερβούμε τα άκαμπτα ιεραρχικά μοντέλα, τα κατεστημένα ηλικιακά κριτήρια αμοιβής και ανάδειξης στις θέσεις ευθύνης.
Δύο λόγια, εδώ, για το μεγάλο κεφάλαιο, το μεγάλο εφαλτήριο προς το μέλλον: την εκπαίδευση. Είναι υποκρισία να «κοπτώμεθα» για «τη γενιά των 700€» και να μην παίρνουμε θέση στο ζήτημα: Τι χρειάζεται η εκπαίδευση; Πόρους (χρήμα) ή/και αλλαγές (δομών, σπουδών, προσανατολισμού, αξιολόγησης); Η δεξιά επιβάλλει «αλλαγές», που τις βαφτίζει «μεταρρύθμιση» και αποτελούν την εισβολή της αγοράς και του ιδιωτικού μέσα από την απορύθμιση και την αποδιάρθρωση. Τα εσωτερικά κατεστημένα ζητούν χρήμα και μόνο (να το διαχειρισθούν, μάλιστα, όπως επιθυμούν). Η απάντηση πρέπει να είναι: «χρήμα + αλλαγές» (στα σχολεία και τα Πανεπιστήμια). Είναι λάθος, να συμβιβαζόμαστε με εκπαιδευτικά ιδρύματα κάτω από τα αναγκαία στάνταρ ποιότητας, πράγμα που οξύνει τις εκπαιδευτικές και κοινωνικές ανισότητες. Είναι λάθος, να συμβιβαζόμαστε με κατεστημένα (καθηγητικά, συντηρητικά, διαπλοκής) που απομυζούν δημόσιο χρήμα προς «ίδιον όφελος» και χαντακώνουν το νεύρο και το όνειρο. Είναι υποκρισία, να κλείνουμε τα μάτια στις μεγάλες εκπαιδευτικές ανισότητες, τα άνισα επίπεδα σχολικής επίδοσης από περιοχή σε περιοχή, από συνοικία σε συνοικία, από σχολείο σε σχολείο. Το χρήμα είναι σημαντικό, αλλά μόνο του δεν δουλεύει. Είμαστε ψεύτικοι φίλοι της νεολαίας, θλιβεροί υπερασπιστές της στασιμότητας, όταν αρνούμαστε την εξακρίβωση της προστιθέμενης γνώσης που παρέχουν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, της ποιότητας της διδασκαλίας, των σπουδών, της έρευνας, των επαγγελματικών προοπτικών των αποφοίτων τους, καθώς και της κοινωνικής ανέλιξης των νέων πτυχιούχων από τα κατώτερα στρώματα.

ΙΙΙ. Οι ευρύτερες διαστάσεις, συνοπτικά.
Μην ξεχνούμε ότι ζούμε και κινούμαστε σ’ ένα κοινωνικοοικονομικό σύστημα που βάση του είναι ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Σύστημα, που παράγει την πόλωση, αφού μια μικρή, ολιγαρχική κοινωνική μερίδα οικειοποιείται τον τεράστιο παραγόμενο πλούτο απ’ όλους τους συντελεστές της παραγωγής. Πόλωση, που βαθαίνει τις κοινωνικές ανισότητες και δημιουργεί τις αντιθέσεις. Η συγκέντρωση πλούτου από τους «λίγους» και οι χαμηλοί μισθοί (έως τα 700€, αλλά όχι μόνο) είναι αποτέλεσμα και στοιχείο αναπαραγωγής αυτού του συστήματος.
Θα ήμασταν πολύ αποσπασματικοί και οριακοί αν δεν επισημαίναμε – έστω σε αδρές γραμμές –, στη σημερινή εποχή, δύο θέματα: τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης και τη σημασία της Ευρώπης, της Ε.Ε.
Η πόλωση ανάμεσα στην ιδιωτική οικειοποίηση και συγκέντρωση του παραγόμενου πλούτου, από τη μια, και η συνεργασία τεράστιου αριθμού παραγωγών (εργαζομένων και τεχνικών) για τη δημιουργία αυτής της παραγωγής και του πλούτου, από την άλλη, είναι το κύριο χαρακτηριστικό αυτού του σταδίου της καπιταλιστικής εξέλιξης. Χαρακτηριστικά αυτής της πόλωσης είναι η διεύρυνση και το βάθεμα της απόκλισης, αντί της θρυλούμενης από τους νεοφιλελεύθερους σύγκλησης: το 1870 ο λόγος του βιοτικού επιπέδου της πλουσιότερης προς τη φτωχότερη χώρα ήταν 8,7. Το 1960, δηλ. 90 χρόνια αργότερα ο λόγος αυτός αυξήθηκε στο 38,5, το 1990 στο 45,5 και το 2000 στο 58,5! Το 2000, οι 342 πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο είχαν μεγαλύτερο εισόδημα απ’ αυτό του μισού πληθυσμού όλης της Γης! 1,3 δισεκατ. άνθρωποι, το 1/5 της ανθρωπότητας, ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας, στερούνται τροφής, καθαρού νερού και περίθαλψης. Το 1/5 των συνανθρώπων μας ζει στο κατώφλι του θανάτου! 4.000 παιδιά πεθαίνουν κάθε μέρα από τη δίψα! Κάθε επτά (7) δευτερόλεπτα πεθαίνει ένα παιδί κάτω των δέκα (10) ετών από πείνα, κάθε τρία (3) δευτερόλεπτα σβήνει ένα παιδί κα΄τω των πέντε (5) ετών από έλλειψη φαρμάκων!
Οι «ζώνες του Τρίτου Κόσμου» στον Τρίτο Κόσμο, αλλά και στο Παρίσι, το Λονδίνο, την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη.
Αυτή, λοιπόν, η παγκόσμια πόλωση δημιουργεί στον αντίποδα τα κοινωνικά υποκείμενα. Αμφισβήτησης και άρνησης, την αναζήτηση της αυτοδιάθεσης των εθνών, τη διάθεση αποτίναξης των μοντέλων ποδηγέτησης, την αγωνιστική προσπάθεια για αλλαγές προς όφελος των κοινωνικών πλειοψηφιών.
Όπως, πάντα, είναι σημαντικό να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στις αντικειμενικές συνθήκες για την κοινωνική αλλαγή και στο επίπεδο συνείδησης των ανθρώπων των εκμεταλλευόμενων τάξεων για την πραγμάτωση της κοινωνικής αλλαγής. Το πρόβλημα στην εξελισσόμενη συγκυρία είναι μάλλον υποκειμενικό: η ανάπτυξη της συνείδησης κοινωνικής αλλαγής. Μια τέτοια ποιότητα συνείδησης αποτελεί το βασικό «κρίκο» ανάμεσα στην κατανόηση των αντικειμενικών συνθηκών και στη μετατροπή αυτής της επίγνωσης σε πολιτικό πρόγραμμα κοινωνικής δράσης και ανατροπής.
Η ιδεολογική και πολιτική απάντηση όλων αυτών που πλήττονται δεν μπορεί να προκύψει αυτόματα, αυθόρμητα από την, όντως σκληρή, αντικειμενική τους κατάσταση. Καθοριστικοί παράγοντες είναι η ηγεσία, το σχέδιο, οι οργανωτικές ικανότητες του πολιτικού φορέα που απευθύνεται στους πληττόμενους, στους εκμεταλλευόμενους ώστε να μετατρέψει τη δυσαρέσκεια σε ενεργή αντίθεση, σε κινητοποίηση, σε αγώνα για Αλλαγή.
Τέσσερα (4) ζητήματα είναι για μια βιώσιμη ανάπτυξη καθοριστικά. Πρώτο, η δραστική μετατόπιση της οικονομίας από την «άϋλη οικονομία» (των τραπεζιτών, του χρηματιστηρίου και των κερδοσκοπιών) προς την πραγματική οικονομία (της παραγωγής, της εργασίας, της γνώσης). Δεύτερο, το στοιχείο της αναδιανομής (στην οικονομία και την εξουσία) είναι ισάξιας σημασίας και προτεραιότητας με το στοιχείο της εργασίας (της πλήρους απασχόλησης) για μια κοινωνία συνοχής και δικαιοσύνης. Τρίτο, η περιφέρεια της χώρας (γεω – οικονομικές ενότητες, κοινωνικές δυνάμεις, αποκεντρωμένοι θεσμοί). Τέταρτο, η «κοινωνική ατμομηχανή» της αναπτυξιακής δυναμικής με τη συγκρότηση μιας νέας πλειοψηφικής παραγωγικής κοινωνικής συμμαχίας.
Η Ευρώπη είναι ο χώρος στον οποίο πρόκειται να εξελιχθεί η δική μας και των άλλων λαών μεγάλη εθνική και κοινωνική προσπάθεια.
Η Ευρώπη των επαναστάσεων και των αντεπαναστάσεων, της Ιεράς Εξέτασης και της Αναγέννησης, των εξάρσεων και των σκοταδισμών, των παρτιζάνων και των «μελανοχιτώνων», του Μάη του ’68 και των ρατσισμών του 2008.
Η Ευρώπη ένα πεδίο με τεράστια ιστορικά αποθέματα και πολλαπλές εναλλακτικές δυνατότητες. Κινείται, σήμερα, στα πλαίσια μιας συντηρητικής αρχιτεκτονικής. Η Ευρώπη της σημερινής Ε.Ε. δεν είναι η Ευρώπη των ευοίωνων προοπτικών. Γι’ αυτό και πρέπει να αλλάξει!
Όποιος θέλει να μετατρέψει την Ευρώπη από γεωγραφικό σε πολιτικό όρο, από οικονομικό σε κοινωνικό όρο, από απλό οργανωτικό σε δημοκρατικό θεσμικό όρο πρέπει να σχηματίσει έναν ενεργό, δηλαδή παρεμβατικό, κοινωνικό και πολιτικό, προοδευτικό. Ο συνασπισμός αυτός, υπογραμμίζουμε όχι μόνο πολιτικός, αλλά και κοινωνικός, οφείλει και σε εθνικό και σ' ευρωπαϊκό επίπεδο να κινηθεί στη βάση ενός κοινού σχεδίου για μια άλλη Ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική.
Απαιτείται μια δραστική στροφή, ένας ριζικός επαναπροσανατολισμός.
Η Σοσιαλιστική Διεθνής αντιστοιχούμενη στις στοιχειώδεις απαιτήσεις της εποχής, θα μπορούσε να αποτελέσει την παγκόσμια πλατφόρμα δυνάμεων για το συντονισμό πρωτοβουλιών και δράσεων, σε συνεργασία και με τον υπαρκτό αστερισμό σχημάτων ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Να αναδείξει την ατζέντα των δικαιωμάτων της εργασίας και των κοινωνιών, απέναντι στην επιδρομή της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης. Την ατζέντα των δικαιωμάτων ης εργασίας και των κοινωνιών στη σημερινή πραγματικότητα, αλλά και για μια άλλη εποχή.
Και έπρεπε να γίνει αυτό με αφορμή τους Ολυμπιακούς αγώνες της Κίνας. Την Κίνα, μια χώρα όπου – πέρα από συμπλέγματα – δεσπόζει ο αυταρχικός, ολοκληρωτικός καπιταλισμός. Όπου οι εργαζόμενοι αμοίβονται με ημερομίσθιο 1,5€ (!!), εργάζονται σε συνθήκες εξόντωσης επί 70 ώρες την εβδομάδα και αναπαύονται σε κοιτώνες των 16 ατόμων…
Η Σοσιαλιστική Διεθνής, αποτελούμενη κατά το σημαντικότερο μέρος της από τις δυνάμεις της στην Ε.Ε., οφείλει να αναλάβει μια μεγάλη, διαρκή προγραμματική και παρεμβατική πρωτοβουλία με συγκεκριμένους στόχους για την συγκεκριμένη προοδευτική μετακίνηση. Στόχο προς στόχο, βήμα προς βήμα, στην μεταβολή του σημερινού νεοσυντηρητικού ευρωπαϊκού οικοδομήματος: στις περιοριστικές οικονομικές πολιτικές, στην ανεξέλεγκτη δράση της Ευρ. Κεντρικής Τράπεζας, σ’ ένα σύμφωνο για την απασχόληση, σε προτεραιότητες για την ανασυγκρότηση του «κοινωνικού κράτους», στην αποδέσμευση από την ηγεμονία των Η.Π.Α..
Έρχονται ευρω – εκλογές, αν δεν γίνουν νωρίτερα εθνικές εκλογές: να, ένα πλαίσιο προτάσεων για τους άξονες μιας εναλλακτικής πρότασης για μια νέα Ε. Ένωση!
Χωρίς τη δημιουργία ενός τέτοιου νέου, ευνοϊκού περιβάλλοντος στην Ε.Ε. αποτυπωμένου σε νέες μετατοπισμένες ισορροπίες, οι όποιες ριζοσπαστικές προσπάθειες σε εθνικό επίπεδο (στην Ελλάδα, ή όπου αλλού) θα ασφυκτιούν και θα απονευρώνονται.
Οι ευθύνες, αλλά και οι προ(σ)κλήσεις, προς τον σημερινό Πρόεδρο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, Γ. Παπανδρέου, είναι σημαντικές και επιτακτικές. Απαιτείται μια τέτοια επείγουσα ευρωπαϊκή ατζέντα συγκεκριμένης αναμόρφωσης και προοδευτικής μετατόπισης της Ε.Ε.
Ένα συγκεκριμένο σχέδιο δράσης,, αντί ενός υποκριτικού ευχολογίου περί κοινωνικής και δημοκρατικής Ευρώπης. Μια ατζέντα της εργασίας, της πραγματικής οικονομίας και των κοινωνιών με προτεραιότητες εφαρμογής, αντί μιας φιλοπροοδευτικής, προσχηματικής φλυαρίας.

IV. Επίλογος: μια νέα περίοδος μπορεί να γεννηθεί...
Νέοι μισθωτοί εργαζόμενοι με αμοιβές έως 700€, αποτελούν την ονομαζόμενη «γενιά των 700€».
Μερικές τελικές παρατηρήσεις είναι αναγκαίες. Οι νέοι σήμερα:
- Δεν είναι όλοι μισθωτοί.
- Πάρα πολλοί είναι άνεργοι.
- Δεν έχουν όλοι μόνιμη εργασία και με τη μερική απασχόληση έχουν χαμηλότερες αποδοχές.
- Πάρα πολλοί ασκούν επαγγέλματα που οι αμοιβές τους δεν έχουν καμιά σχέση με τη μισθωτή εργασία (παραγωγοί υπηρεσιών και προϊόντων, ελεύθεροι επαγγελματίες κλπ).
Υπάρχουν, δηλαδή, στους νέους αυτούς, των 25 έως 35 ετών, και άλλες εσωτερικές διαστρωματώσεις και κατηγοριοποιήσεις. Η άρση των εσωτερικών (ενδο – στρωματικών) αντιθέσεων μπορεί να συμβεί μόνο με την ύπαρξη και την άσκηση μιας πολιτικής που ενοποιεί τον κοινωνικό αυτό χώρο και τον κατευθύνει σε μεγάλους, κοινούς στόχους.
Στο καπιταλιστικό σύστημα, σε όλο τον κόσμο, οι κοινωνίες προσδιορίζονται από κοινωνικές τάξεις και κοινωνικά στρώματα. Το ίδιο συμβαίνει, βέβαια, και δω.
Οι αμοιβές, λοιπόν, από τα 300 έως τα 700 ευρώ προσδιορίζουν μια κατηγορία νέων μισθωτών, αποτελούν ένα νέο κοινωνικό στρώμα μισθωτών. Και αυτή, η κοινωνική τους θέση είναι ο πρωταρχικός προσδιοριστικός παράγοντας. Υπογραμμίζουμε, όμως, και πάλι, ότι οι μισθωτοί των 300 - 700€ δεν είναι μόνο νέοι. Γεγονός, που δεν φέρει μόνο το στοιχείο της διαφοροποίησης αλλά και μπορεί να αποτελέσει την πραγματική βάση επικοινωνίας και κοινής δράσης μεταξύ αυτών των διαφορετικής ηλικίας τμημάτων της μισθωτής εργασίας.
Άλλης τάξης είναι το ζήτημα του προσδιορισμού μιας γενιάς ηλικιακά, πολύ, δε, περισσότερο πολιτικά («γενιά του 114», «γενιά του Πολυτεχνείου», «γενιά των καταλήψεων για την κατάργηση του 815» κλπ). Αφορά κάθε φορά μια περίοδο, μια ιστορική φάση, που συμπυκνώνει:
- Εξελίξεις και σημαντικά γεγονότα.
- Έμπρακτη άσκηση αξιών, παρεμβάσεις, στάση ζωής, και έντονη δράση.
Με άλλα λόγια, αφορά το ρόλο που διαδραμάτισαν οι νέες και οι νέοι, αυτή τη συγκεκριμένη περίοδο, τις βαθύτερες διεργασίες που προκάλεσαν. Ρόλο αγωνιστικό, ιδεολογικό, πολιτικό. Διεργασίες κοινωνικές, αξιακές, εθνικές.
Αυτά είναι τα επιπλέον προσδιοριστικά στοιχεία της έννοιας «γενιά».
Τα τελευταία χρόνια, αν εξαιρέσουμε τις κινητοποιήσεις της σπουδάζουσας νεολαίας για την υπεράσπιση της δημόσιας παιδείας, οι νέες και νέοι δεν δημιούργησαν μείζονα γεγονότα, δεν είχαν μια έμπρακτη και διαρκή άσκηση αξιών, δεν ανέδειξαν κοινωνικούς στόχους και ισχυρά προτάγματα που να πολιτογραφούν όρους «γενιάς». Οι δηλώσεις, οι ανακοινώσεις, οι διαπιστώσεις πάνω σε ένα θέμα δεν αποτελούν γεγονότα, δεν συγκροτούν όρους προσδιορισμού «γενιάς».
Είχαν και έχουν, ωστόσο, σημαντικές πρωτοβουλίες και μια δυναμική ανερχόμενη, ενώ ενυπάρχουν και αξιόλογα στοιχεία πολιτικής συνείδησης και ταυτότητας.
Παράλληλα, το σάρωμα των προσδοκιών τους, η βίωση της οικονομικής κρίσης, τα συσσωρευμένα επαγγελματικά αδιέξοδα και η αποκαθήλωση της κυρίαρχης πολιτικής και των καθιερωμένων πολιτικών διαμορφώνει το έδαφος για την ανάπτυξη καθοριστικών γεγονότων για μια νέα περίοδο. Γεγονότα, που μπορούν να φέρουν τη σφραγίδα της σημερινής νέας γενιάς, η οποία μπορεί έτσι να αναδειχθεί σε καταλύτη.
Πιστεύω ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις, ότι είναι η ώρα, τώρα, να μπει η νεολαία μπροστά!
Η νεολαία του ΠΑ.ΣΟ.Κ., οπωσδήποτε!
Οι νέες και οι νέοι που έχουν πολιτική και κοινωνική συνείδηση δεν πρέπει να εφησυχάζουν.
Δεν αρκεί να ενδιαφέρονται μόνο για τους «μηχανισμούς» και τις διαδικασίες, ή τις θέσεις και τα πόστα, ή πως θα εκλεγούν σε διάφορα όργανα…
Οφείλουν να συμβάλλουν στην οργάνωση – πολιτική και συνδικαλιστική – της εργαζόμενης και σπουδάζουσας νεολαίας σε κινηματική βάση με συγκεκριμένες διεκδικήσεις, με κλιμάκωση και πολιτικοποίηση των αγώνων τους. Το πλαίσιο τους μπορεί να περιλαμβάνει:
(α). Την τήρηση του 8ωρου και της εργασιακής νομοθεσίας. Μέτρα κατά των επιχειρήσεων και των εργοδοτών της «μαύρης» και ανασφάλιστης εργασίας.
(β). Την ίδρυση σωματείων σε κάθε εργασιακό κλάδο και υπεράσπιση της τήρησης των εργασιακών δικαιωμάτων. Ανάρτηση των παραβατών εργοδοτών στο διαδίκτυο.
(γ). Την προώθηση και διεκδίκηση της κατάργησης του νομοθετικού πλαισίου της εργασιακής απορύθμισης, όπως τις ιδιωτικές εταιρείες για το δανεισμό και την ενοικίαση των εργαζομένων, τα ιδιωτικά γραφεία συμβούλων εργασίας και τις εταιρείες προσωρινής απασχόλησης, τα STAGE (όπου, η αύξηση των αμοιβών οπωσδήποτε, στον συμβατικά καθορισμένο κατώτερο μισθό, και η μετεξέλιξή τους σε σταθερή απασχόληση με ασφαλιστική κάλυψη είναι τα απαραίτητα άμεσα μέτρα).
(δ). Την προώθηση της σύγκλισης μισθών και συντάξεων με βάση τα άλλα αναπτυγμένα κράτη – μέλη της Ε.Ε.. Ανάρτηση στο διαδίκτυο συγκριτικών πινάκων αμοιβών, μισθών και συντάξεων σε επαγγέλματα και σε χώρες της Ε.Ε και οργάνωση καμπάνιας αντίστοιχων διεκδικήσεων.
(ε). Την ανάπτυξη ενός φοιτητικού κινήματος, ενός κινήματος της σπουδάζουσας νεολαίας που θα προτάξει ως θέματα αιχμής: την ποιότητα των σπουδών, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και όχι τα συγκριτικά μειονεκτήματα, την ανάπτυξη και τον πολλαπλασιασμό των δυνατοτήτων, την καινοτομία, την αξιολόγηση.
Με συνείδηση, με οργάνωση, με κινητοποίηση, με σκέψη τολμηρή και ορίζοντες ανοιχτούς, με όρους κινήματος, η νέα γενιά πρέπει να χαράξει νέους δρόμους!
Και το ΠΑ.ΣΟ.Κ., πρέπει να αναδειχθεί σε κεντρική πολιτική δύναμη αυτών των αγώνων, της υποστήριξής τους, του προσανατολισμού τους, της εκπροσώπησής τους.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. της νέας γενιάς, των εργαζομένων, των πρωτοβουλιών, του Λαού.
Μπροστά! Με σχέδιο, ενότητα κι αγώνα για τη νίκη και την Αλλαγή!
(*) Το κείμενο αυτό αποτέλεσε το πλαίσιο τοποθέτησής μου στην ανοιχτή εκδήλωση που οργάνωσε η Ν.Ε. ΠΑ.ΣΟ.Κ. Θεσσαλονίκης, στις 3 Σεπτέμβρη 2008, στο Αμφιθέατρο του Δήμου Νεάπολης με θέμα: «Γενιά των 700€: απασχόληση και προοπτικές».

Συγχύσεις και αποσαφηνίσεις

Πατριωτισμός, Εθνικισμός, Διεθνισμός, Δημοκρατία, Εθνικά θέματα.

Το εθνικό, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, επιστρέφει στο προσκήνιο, δεν αναιρείται. Η σύγχρονη εμφάνιση του εθνικού φαινομένου, έχει μια ουσιώδη διαφορά από το παραδοσιακά «εθνικό» : μέχρι τώρα τα έθνη, συχνά, έτειναν προς την εσωστρέφεια και την αυτάρκεια. Αναπαράγονταν ως κλειστά συστήματα, ως «φρούρια». Αυτή η έννοια του «οχυρού», είναι πλέον αναχρονιστική. Τα σύγχρονα έθνη θα επιβιώσουν μόνο ως ανοιχτά συστήματα σε ροές πληροφοριών, επιτευγμάτων και ανταλλαγών με τον έξω κόσμο. Θα επιβιώσουν μόνο ως ανοιχτές, μαχόμενες συλλογικότητες σ' έναν κόσμο ανταγωνιστικό.
Πρέπει να γίνει ξεκάθαρο πως ό,τι είναι εθνικό δεν είναι εθνικιστικό. Η προάσπιση του εθνικού συμφέροντος δεν είναι εθνικισμός. Ο εθνικισμός σαν ιδεολογία και πολιτική αρθρώνεται πάνω σε δύο άξονες : πρώτος, διαιώνιση της ολιγαρχικής εξουσίας και θεοποίηση του κράτους, και ιδιαίτερα των σκληρών μηχανισμών του, δεύτερος, εθνικός ρατσισμός και επεκτατισμός. Ενώ, η εθνική συνείδηση (ο πατριωτισμός) και ο εθνικός αγώνας βρίσκεται στον αντίποδα του εθνικισμού. Το κοινωνικό πρόβλημα και η κοινωνική προοπτική της χώρας δεν μπορεί να νοηθεί ξέχωρα από το εθνικό. Το κοινωνικό πρόβλημα, ο μόνος τρόπος που μπορεί να τεθεί είναι ο συγκεκριμένος ιστορικός τρόπος. Κι ο τρόπος αυτός καθορίζεται απ' τη διεθνή πραγματικότητα των κρατών: των σχέσεων μεταξύ τους (παγκόσμια πραγματικότητα) και των σχέσεων στο εσωτερικό τους (εθνική-κοινωνική πραγματικότητα). Αυτή η πραγματικότητα επιβάλλει την ταυτόχρονη κλιμάκωση της μεγάλης κοινωνικής προσπάθειας, της κοινωνικής αλλαγής και σε εθνικό και σε διεθνικό επίπεδο.
Ο πατριωτισμός (δηλαδή, η εθνική συνείδηση και ο αγώνας) αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση του διεθνισμού, ενός νέου διεθνισμού. Και ο διεθνισμός (ο νέος διεθνισμός) ολοκληρώνει τον πατριωτισμό. Ο πατριωτισμός, αποτελεί παράλληλα απαραίτητο συστατικό μιας σύγχρονης δημοκρατίας. Παντού, η δημοκρατία για να επικρατήσει και να λειτουργήσει δημιουργεί με τα κινήματα της μια συλλογική ταυτότητα, την εθνική συλλογικότητα. Η δημοκρατία και ο πατριωτισμός είναι ιστορικά και πραγματικά δύο έννοιες αδιάσπαστες.
Κάθε απειλή εναντίον της χώρας μας είναι, σε τελική ανάλυση, απειλή εναντίον της κοινωνικής προοπτικής του Λαού της χώρας μας. Η συνύπαρξη εθνικών και κοινωνικών αγώνων, η σταθερή σχέση πατριωτικής και κοινωνικής συνείδησης είναι αναγκαία, και όταν συντελέστηκε τα αποτελέσματα ήταν μοναδικά (ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, ΠΑ.ΣΟ.Κ.).
Ο εθνικός μας πολιτισμός με βαθύ το κοινωνικό του περιεχόμενο αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο. Η πολιτιστική αφύπνιση, σε συνθήκες προϊούσας πολιτιστικής κρίσης, η ανάδειξη ενός πολιτισμού με καίρια στοιχεία στον προσανατολισμό του, με ρίζα στις αγωνιστικές εθνικές-λαϊκές παραδόσεις και τις βαθιές, από την αρχαιότητα, αξίες της πατρίδας και της δημοκρατικής πολιτείας είναι υψηλές προτεραιότητες. Αυτή η προσπάθεια παραπέμπει στον διαρκή ιδεολογικό αγώνα απέναντι στις αξίες του ατομισμού, της αγοράς, του κοσμοπολιτισμού, της εξουσιολατρείας.
Τα ανοιχτά εθνικά θέματα αποτελούν τα μέτωπα όπου κρίνεται η σταθερότητα και ο δυναμισμός της χώρας, καθώς και η δυνατότητα νέων προοπτικών. Τα ανοιχτά εθνικά θέματα δεν είναι οι «χρόνιες πληγές», που ως μόνη θεραπεία τους επιδέχονται τους ποικίλους ακρωτηριασμούς, αλλά οι ανοιχτές προκλήσεις, τα ανοιχτά κεφάλαια της Ιστορίας μας, που επιζητούν θετικά αποτελέσματα. Η Κύπρος, το «Μακεδονικό», οι ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι οι αιχμές – όχι, όμως τα μόνα – των εθνικών μετώπων.
Στις ελληνοτουρκικές σχέσεις: η Τουρκία και δείχνει, και από τις πραγματικότητες της, δεν μπορεί να κερδίσει το ευρωπαϊκό στοίχημα. Τον Δεκέμβριο 2004, με ευθύνη του κ. Καραμανλή, κατά τη φάση απόδοσης του τίτλου «υποψηφίου μέλους» προς την Τουρκία, χάθηκε η μεγάλη ευκαιρία της δέσμευσης της για την επίλυση των προβλημάτων σύμφωνα με τις θέσεις της Ελλάδας. Η εμμονή σ’ έναν προσανατολισμό ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. παγιδεύει τη χώρα, δημιουργεί σε βάρος της μέγιστη ανισορροπία στη γεωστρατηγική μας περιοχή και της στερεί δυνατότητες εναλλακτικών κινήσεων. Η Ε.Ε. πρέπει να διαμορφώσει ειδική σχέση με την Τουρκία, στην οποία θα περιλαμβάνονται ως στοιχεία της οι όροι διασφάλισης των κατοχυρωμένων από διεθνείς συνθήκες εθνικών μας δικαίων.
Στην Κύπρο, η θέση μας είναι ξεκάθαρη: ενιαία, χωρίς στρατεύματα κατοχής, βιώσιμη δημοκρατική – ομοσπονδιακή λύση με ισχυρή κεντρική εξουσία.
Στα Σκόπια: ο αλυτρωτισμός πρέπει να αντιμετωπισθεί. Αν το «Μακεδονία» είναι τέτοιο όχημα – και είναι, εκ μέρους των Σκοπίων – η άρνηση τέτοιας ονομασίας, είναι η μόνη ρεαλιστική κι αποτελεσματική θέση. Και, η Αθήνα πρέπει να πάψει να μιλάει για το θέμα σαν παρατηρητής, υποχρεωμένη να «κάνει κάτι», λόγω της ευαισθησίας της Βόρειας Ελλάδας! Και να εφαρμόζει, ενώ στα λόγια εξορκίζει, τη γραμμή: «Βόρειοι – Νότιοι» (απ’ το κυρίαρχο αθηναϊκό κέντρο).
Συνολικότερα, η θετική αντίληψη και διέξοδος στα εθνικά θέματα σχετίζεται με μία ενεργή πολύπτυχη εξωτερική πολιτική, μέσα από την ολόπλευρη κατανόηση των διεθνών εξελίξεων, των ιδιαίτερων περιφερειακών συνθηκών και των νέων ισορροπιών.

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ : Ο ΑΛΛΟΣ ΠΟΛΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΑΥΡΙΟ


[ Αμέσως μετά την αποτυχία για την “EXPO 2008” είχα γράψει το παρακάτω κείμενο (18 Δεκεμβρίου 2008), το οποίο, κατά τη γνώμη μου, εξακολουθεί να είναι επίκαιρο και χρήσιμο.]


Hδη για τη σχετική αποτυχία ακούσθηκαν πολλά και γράφτηκαν αρκετά. Το μόνο που θα ήθελα να πω είναι ότι η «EXPO 2008» χάθηκε για τη Θεσσαλονίκη γιατί δεν έγινε τίποτε ανάλογο με τους «Ολυμπιακούς 2004» όταν κερδήθηκαν για την Αθήνα. Ας συγκριθούν οι δύο στρατηγικές διεκδίκησης, του τότε και του τώρα (σχέδιο πρωτοβουλιών, κυβερνητική δράση, ηγεσία εγχειρήματος). Τα συμπεράσματα προκύπτουν αβίαστα και ολοκάθαρα. Εξ’ άλλου, τα πράγματα, είναι φρέσκα και οι μνήμες νωπές, ώστε να μην χρειάζονται αναμασώματα. Αν χρειασθεί, όμως, θα επανέλθουμε, και μάλιστα, απέναντι στη θρασύτητα των αποτυχόντων.
Το κεντρικό ζητούμενο, όμως, κατά τη γνώμη μου, είναι αν μπορούμε να κάνουμε ένα βήμα πιο πέρα. Καλύτερα, θα έλεγα, ένα άλμα πιο πάνω. Να εξέλθουμε από τη μιζέρια της ανακύκλωσης ευθυνών και υποκρισίας, από το τέλμα των στενόμυαλων εγωισμών των «σωτήρων» μας. Να αντιληφθούμε την ήττα, σαν μια ευκαιρία. Σαν ολοκλήρωση μιας περιόδου και σαν αναγκαιότητα μιας νέας αρχής, μιας νέας πρότασης, μιας νέας συλλογικότητας. Να μετατρέψουμε την αποτυχία σε νέο στοίχημα, αλλά σε νέα βάση και με άλλους συντελεστές.
Είναι φανερό ότι όλα αυτά δεν αφορούν μόνο την EXPO.
Η Θεσσαλονίκη πρέπει να ξεμπερδεύει οριστικά με το σύνδρομο του συμπληρώματος, όπως αυτό αποδίδεται μέσα απ’ όλα τα χαρακτηριστικά με το πρόθεμα συν- : συμπρωτεύουσα, συμβασιλεύουσα, συμπρωταγωνίστρια. Η Θεσσαλονίκη δεν είναι το «συν-» στο κύριο μενού. Πρέπει να σηκώσει το ανάστημά της και το πρόσωπό της να λάμψει ξανά προς τον κόσμο της, το χώρο της, τον περίγυρό της. Πιστεύοντας, πρώτα απ’ όλα, στους ανθρώπους της. Στους ανθρώπους της παραγωγής, της επιστήμης, του πολιτισμού, της τεχνολογίας, του αγώνα, της αναζήτησης. Με αυτοπεποίθηση και νέο όραμα!
Η Θεσσαλονίκη, πρέπει να ξεμπερδεύει οριστικά με το μεταπρατικό και το εύπεπτο, μ’ εκείνους και τις νοοτροπίες εκείνων που τη μία «γλείφουν» και την άλλη «εξεγείρονται», με τους «δήθεν» και τον ξεπεσμό.
Η Θεσσαλονίκη, το ιστορικά μεγαλύτερο χωνευτήρι πολιτισμών και γλωσσών, με ελληνική – μέσ’ αυτά και παρ’ όλα αυτά – φυσιογνωμία δεν μπορεί να σύρεται από ρηχούς και ανερμάτιστους στην ξενοφοβία, στην ανθρωποφοβία, στην ιδεοφοβία. Η πιο ανοιχτή πόλη σε ιδέες, τεχνοτροπίες, παραγωγές, ανθρώπους, προϊόντα να μεταλλάσσεται σ’ ένα χώρο κλειστοφοβικό, σε μια κοινωνία εσωστρεφή και ηττοπαθή. Πως είναι δυνατόν, μια κοινωνία που διαπαιδαγωγείται στο φόβο και την ηττοπάθεια να επιδείξει στον καθημερινό στίβο, πνεύμα νικητή, νεύρο πρωταγωνιστή στον σημερινό ανοιχτό, ανταγωνιστικό κόσμο;
Η Θεσσαλονίκη από Τόπος ανοιχτών οριζόντων να μεταμορφώνεται σε χώρο κλειστών ορίων.
Η Θεσσαλονίκη της Φεντερασιόν, του Ε. Βενιζέλου και της «Εθνικής Άμυνας», του Α. Παπανδρέου και του ριζοσπαστισμού να βυθίζεται στον αναχρονισμό, τον καραμανλισμό, το αδιέξοδο.
Πρέπει να ξαναπιάσει το νήμα της. Η τελευταία 15ετία του τοπικού συντηρητισμού το έσπασε, και οι αδυναμίες των προοδευτικών το επέτρεψαν.
Αλλά, και κάτι περισσότερο. Πρέπει να ορίσει και να αναδείξει ένα νέο πρόταγμα. Τούτο οφείλουμε να το πράξουμε με ευθύνη και εξ αιτίας της ολοκλήρωσης πλέον του πρώτου κύκλου στα Βαλκάνια, μετά το 1989. Και της δημιουργίας εντελώς νέων δεδομένων μετά το 2007 (ένταξη στην Ε.Ε. της Βουλγαρίας και Ρουμανίας), καθώς και της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας. Ένα νέο πρόταγμα για τη νέα περίοδο. Χωρίς συμπλέγματα και μιμητισμούς απέναντι στο Αθηναϊκό κέντρο, στο Αθηναϊκό μονοπώλιο.
Η Θεσσαλονίκη της καινοτομίας, του εναλλακτικού, του αυριανού. Ο ΑΛΛΟΣ πόλος. Όχι ο συμπληρωματικός, δηλαδή, ο περιθωριακός.
Ο άλλος πόλος, που συνομιλεί με το Αύριο. Που αντιλαμβάνεται τις νέες ανάγκες, παίρνοντας τώρα πρωτοβουλίες. Που διαβλέπει τις επερχόμενες μεταβολές, κάνοντας πράξη τώρα τις αλλαγές.
Ο άλλος πόλος, που εργάζεται προγραμματισμένα πάνω στα πιο αιχμιακά θέματα (πληροφορική, βιοτεχνολογία, δίκτυα, οπτικοακουστικά μέσα), αλλά και στα πιο εναλλακτικά (βιολογικά προϊόντα, νέα πολιτιστικά ρεύματα, βιώσιμη ανάπτυξη, εναλλακτικός τουρισμός ενδοχώρας).
Ο τόπος αναφοράς προς τον οποίο θα στρέφονται όσοι επιζητούν πρόταση, στήριξη για την επόμενη τριακονταετία. Αξιοποιώντας και συγκεντρώνοντας τις γενιές της ριζοσπαστικής διανόησης, της καινοτόμας πνευματικής λειτουργίας και των προωθημένων δεξιοτήτων.
Μια τέτοια Θεσσαλονίκη κάνει την ποθούμενη διαφορά και για την Ελλάδα. Δημιουργεί τη διπολική δυναμική ισορροπία και λειτουργεί προωθητικά για τη χώρα και την κοινωνία της. Αυτή μπορεί να είναι η Θεσσαλονίκη, της σύγχρονης εποχής και του γεωπολιτικού της χώρου.
Η Θεσσαλονίκη δεν έχει να φοβηθεί, ούτε να ζηλέψει τίποτα απ’ τη δική της Ρώμη, την Αθήνα. Αλλά δεν μπορεί να γίνει Νάπολη, όπως δρομολογούν ορισμένοι, με ό,τι κάνουν και όσα δεν κάνουν. Μπορεί να αναδειχθεί σαν το σύγχρονο ελληνικό μίγμα του Μιλάνου και της Φλωρεντίας.
Ποιοι και πως, είναι το επόμενο καίριο ερώτημα.
Τις μεγάλες αλλαγές μπορεί να τις προωθήσει και να της εγγυηθεί μόνο ένα μεγάλο ρεύμα αλλαγής, ένα πλατύ ρεύμα ανανέωσης. Ρεύμα ιδεών, πρακτικών, στελεχών, πολιτών, τομών. Η ανανέωση μιλάει τη γλώσσα του αύριο, μεταφέρει τα μηνύματα του μέλλοντος. Έχει ρίζα στο χθες και μετασχηματίζει το σήμερα. Έρχεται από τα κάτω, κύμα υπόγειο και μετά ανατρεπτικό. Η ανανέωση είναι ρίσκο, ποιότητα και ψυχή. Άνθρωποι με πρωτοποριακό λόγο, ριζοσπαστικές πρωτοβουλίες και νεανικό πάθος.
Τα μηνύματα για όλα αυτά ξεπηδάνε από παντού. Πρέπει να τα αφουγκραστούμε, αλλά μόνο αυτό δεν αρκεί. Πρέπει να τα ενθαρρύνουμε και να τα εκφράσουμε. Πρέπει να τα πολλαπλασιάσουμε, αλλά και να τα μετασχηματίσουμε σε πλουραλιστικό ρεύμα πολιτικής, σε πλειοψηφική δύναμη αλλαγής.
Κι όταν αυτό συμβεί – και πριν ακόμα κυριαρχήσει – ο Καραμανλής θα υποχρεωθεί να κάνει αυτό που όφειλε, αλλά δεν έπραξε στο ελάχιστο για την «EXPO 2008», να κινηθεί ο ίδιος και να κινήσει και άλλους πολλούς. Να πραγματοποιήσει – όχι τα υπεσχημένα, υπερφίαλα – αλλά, έστω, τα ελάχιστα, που είχαν καθυστερημένα δρομολογηθεί.
Ώσπου, σύντομα, αυτές οι νέες δυνάμεις να αναλάβουν οι ίδιες την ευθύνη για τις υποθέσεις και τις νέες προοπτικές της Θεσσαλονίκης.
Και, ενωμένες με το ευρύτερο, πανελλαδικό ρεύμα αλλαγής θα αναλάβουν τις ευθύνες τους για τη νέα πορεία της χώρας.
Θεσσαλονίκη 29 Μαρτίου 2005

ΥΠΟΘΑΛΑΣΣΙΑ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΟ


Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 (1986 – 89) το έργο της υποθαλάσσιας αποτέλεσε την απάντηση και μια οιωνεί άμυνα της Πόλης απέναντι στις απόψεις Κούβελα, που ήθελαν την επέκταση της παλιάς παραλίας, με επίχωση, κατά 200 – 250m μέσα στο Θερμαϊκό! Απόψεις, οι οποίες όψιμα και λαϊκίστικα επαναφέρονται, και τώρα, από τον κ. Ψωμιάδη, δημιουργώντας σύγχυση, όταν μάλιστα το έργο έχει ήδη ανατεθεί, αλλά, κυρίως, αποπροσανατολισμό από την επείγουσα επικέντρωση στα απαραίτητα συγκοινωνιακά έργα και τα μέτρα ζωτικής σημασίας για το κυκλοφοριακό.
Μεσολάβησε η περίοδος 1989 – ‘93, γνωστή για τα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις της, όπου συνολικότερα η Θεσσαλονίκη, και η Ελλάδα, υποχώρησαν σ’ όλα τα μέτωπα.
Η υποθαλάσσια αποτέλεσε και στην αρχική της σύλληψη, αλλά, πολύ περισσότερο κατόπιν, την περίοδο 1995 – 98, στοιχείο ενός ευρύτερου σχεδίου για την αντιμετώπιση του σύνθετου και πολυπαραγοντικού κυκλοφοριακού προβλήματος. Η αξία της, χωρίς την ύπαρξη και την εφαρμογή όλων των υπόλοιπων έργων και μέτρων είναι αμφισβητήσιμη. Υπογραμμίζω τη θέση μου αυτή, η οποία γίνεται ισχυρότερη αν συνυπολογιστούν ο υψηλός προϋπολογισμός κατασκευής και διαχείρισης, οι χρόνοι κατασκευής, κι αν συνεκτιμηθούν τα ανοιχτά προβλήματα των συγκοινωνιακών λύσεων στην Ανατολική έξοδο – πλευρά της υποθαλάσσιας και η διασύνδεση – διακλάδωσή της Δυτικά. Η συζήτηση έχει εστιασθεί μέχρι τώρα στην απορρόφηση από την υποθαλάσσια του κυκλοφοριακού φόρτου (τον εκτιμούν σε 70 – 75%). Αναρωτήθηκαν άραγε οι υπεύθυνοι, ουσιαστικά, για τις εκροές από τη σήραγγα του διαρκώς αυξανόμενου, συσσωρευτικού κυκλοφοριακού φορτίου; Προς τα που; Με ποιες υποδομές και ποιες λύσεις;
Με βάση τα πραγματικά κυκλοφοριακά δεδομένα η Θεσσαλονίκη βρίσκεται πίσω στην αντιμετώπιση των αναγκών της κατά μια 15 ετία! Αναφέρω ενδεικτικά:
Με στοιχεία του 2005, στο νομό Θεσσαλονίκης κυκλοφορούν περίπου 420.000 Ι.Χ. Το 1975 κυκλοφορούσαν 75.000 αυτοκίνητα και το 1989, 145.000. Κάθε μέρα ο αριθμός τους αυξάνεται θεαματικά κατά 60 οχήματα ημερησίως! Δηλαδή, από το 1970, μέσα σε 35 χρόνια, ο πληθυσμός της Θεσσαλονίκης διπλασιάστηκε, ενώ τα οχήματα εξαπλασιάστηκαν!
Οι 1.700.000 μετακινήσεις που γίνονται ημερησίως στη Θεσσαλονίκη, κατανέμονται: 45% με Ι.Χ. (!), μόνο 27% με Μ.Μ.Μ. (αστικό λεωφορείο) και οι υπόλοιπες με άλλα μέσα.
Οι μετακινήσεις από 1.700.000 που είναι σήμερα μέχρι το 2010 θα φτάσουν τις 2.300.000, δηλαδή, η αύξηση θα ξεπεράσει το 35%!
Ο ιστός της Θεσσαλονίκης εξαπλώνεται σήμερα από τα μεγάλα συγκροτήματα των εμπορικών κέντρων και το Αεροδρόμιο (Ανατολικά) μέχρι το Καλοχώρι, τη Σίνδο και το Ωραιόκαστρο (Δυτικά). Οι σχετικές αναλύσεις, ο αντίστοιχος σχεδιασμός, τα αναγκαία έργα θα έπρεπε να αναφέρονται, τουλάχιστο, σ’ αυτό το χωρικό – πολεοδομικό πεδίο. Πολύ δε περισσότερο, αν θέλαμε να μιλήσουμε με όρους άμεσου μέλλοντος έπρεπε να σχεδιάσουμε για το ευρύτερο χωρικό πέταλο περί τον Θερμαϊκό, που περικλείεται από τη θάλασσα και την τοξοειδή κορυφογραμμή από Δυτικά προς τα Ανατολικά, καθώς και τις σχέσεις του με την ενδοχώρα.
Μια τέτοια προσέγγιση πρέπει, εκτός των άλλων, να λάβει υπόψη της ότι κάθε μεγάλο έργο απαιτεί μια εξαετία ωρίμανσης και κάθε λύση στρατηγικής, αντίστοιχα, μια τριετία. Γι’ αυτό και οι βαρύγδουπες εξαγγελίες Σουφλιά για τα νέα έργα στη Θεσσαλονίκη (Δ’ Κ.Π.Σ.) είναι απλώς «ωραία λόγια», αφού καμμία σοβαρή προετοιμασία δεν τα συνοδεύει. Ενώ, οι αναθέσεις – συμβάσεις των αυτοκινητοδρόμων, επιβεβαιώνουν, ακριβώς, ότι η ωρίμανση είχε προηγηθεί και ο κ. Σουφλιάς ό,τι βρήκε σχεδόν έτοιμο, αφού επί τριετία αδικαιολογήτως το «βασάνισε» το «έκλεισε» προεκλογικά.
Η Θεσσαλονίκη, λοιπόν, πρέπει να θέσει σε υψηλή προτεραιότητα και με κατεπείγοντα χαρακτήρα μια νέα ατζέντα.
1ο. Προαστιακός και περιαστιακός σιδηρόδρομος, συνδεδεμένος με το ΜΕΤΡΟ (Δυτικά Προάστια, και Πιερία, Ημαθία, Κιλκίς, Λαγκαδάς, Σέρρες, Χαλκιδική).
2ο. Επέκταση του ΜΕΤΡΟ μέχρι Τούμπα και Αεροδρόμιο (Ανατολικά) και Εύοσμο (Δυτικά).
3ο. Νέα εξωτερική περιφερειακή: ο ευρύτερος εξωτερικός δακτύλιος σε σύνδεση με την Εγνατία και κάθετες διακλαδώσεις προς τον αστικό ιστό (από Μυγδονία – Θέρμη, υπόγεια κατά το μεγαλύτερο τμήμα της, στο δάσος Σέιχ – Σου, μέχρι Σίνδο).
4ο. Θαλάσσια αστική συγκοινωνία για την επικοινωνία με τις ανατολικές ακτές και σε επόμενη φάση επέκταση της προς Χαλκιδική και Πιερία.
5ο. Ποδηλατοδρόμηση της Νέας Παραλίας, άμεσα, και της Λεωφόρου Νίκης, εν συνεχεία.
6ο. Πολλοί και νέοι χώροι στάθμευσης, σε συνδυασμό και με τα Μαζικά Μέσα Μεταφοράς. Με ανάλογο σχέδιο ανταποκρίσεων και τιμολογιακή πολιτική για στάθμευση και μετακινήσεις.
7ο. Οργανωμένη πολιτική, με κίνητρα και νέα νοοτροπία, για τη χρήση των Μέσων Μαζικών Μεταφορών.
8ο. Ειδικό – έκτακτο σχέδιο διαχείρισης των προβλημάτων κυκλοφορίας και λειτουργίας της πόλης λόγω των έργων κατασκευής συγκοινωνιακών υποδομών (ΜΕΤΡΟ, υποθαλάσσια, αναμόρφωση παραλιακού μετώπου κλπ).
9ο. Ενιαίος Φορέας σχεδιασμού και διαχείρισης μεταφορών νομού Θεσσαλονίκης.
Το πλαίσιο αυτό είναι το ελάχιστο μιας νέας προωθητικής πρότασης για τη Θεσσαλονίκη του 2015! Αλλιώς, η Θεσσαλονίκη καταδικάζεται να ζήσει σε συνθήκες που, από πλευράς υποδομών, μεταφορών και συγκοινωνιών, θα θυμίζουν «τριτοκοσμική» πόλη.-